Η εξάρτηση από τα ναρκωτικά, όπως έχει διαπιστωθεί επιστημονικά, δημιουργεί μια «περίπλοκη σχέση» με την εγκληματικότητα. Παρατηρείται συχνά, ότι εξαρτημένα άτομα διαπράττουν εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου προκειμένου να εξασφαλίσουν χρήματα, ώστε να προμηθευτούν την απαραίτητη για την εξάρτησή τους ουσία.
Οι έρευνες που μελετούν την ποινική υποτροπή (recidivism) έχουν αναδείξει, ότι στις περιπτώσεις που η αιτία του εγκλήματος συνδέεται με την προβληματική ή παθολογική ουσιοεξάρτηση του δράστη, η θεραπεία συνιστά αποτελεσματικό μέσο για τη μείωση του κινδύνου διάπραξης νέων αδικημάτων. Οι έρευνες που εξετάζουν την αποτελεσματικότητα των εναλλακτικών της φυλάκισης ποινών, έχουν εντοπίσει ότι στις περιπτώσεις των τοξικοεξαρτημένων δραστών, ο στόχος πρέπει να στρέφεται κυρίως στη παροχή αποτελεσματικής θεραπείας. Ο χωροχρονικός αποκλεισμός του δράστη, που επιτυγχάνεται με τον εγκλεισμό στη φυλακή, όταν αφορά σε αυτές τις περιπτώσεις, δεν βοηθά στη μείωση του κινδύνου της υποτροπής. Συγκεκριμένα, όταν δεν θεραπευτεί ο εξαρτημένος δράστης που διαπράττει ποινικά αδικήματα (π.χ. κλοπή) παρατηρείται το φαινόμενο της κυλιόμενης πόρτας (revolving door phenomenon). Σύμφωνα με αυτό, ο δράστης που έχει προβληματική ή/και παθολογική εξάρτηση από ναρκωτικές ουσίες, προβαίνει σε εγκληματική συμπεριφορά που συνδέεται άρρηκτα με την εξάρτησή του ενώ παράλληλα «μπαινοβγαίνει» αδιάκοπα στο μηχανισμό του συστήματος της ποινικής δικαιοσύνης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, καθίσταται «μόνιμος πελάτης» του ποινικού δικαστηρίου και των φυλακών. Αυτές οι ερευνητικές διαπιστώσεις, οδήγησαν στο να προάγεται η θεραπεία έναντι του εγκλεισμού στις περιπτώσεις εκείνες που διαπιστώνεται ότι η τοξικοεξάρτηση αποτελεί την κυρίαρχη αιτία της εγκληματογένεσης.
Μια μορφή θεραπείας, η οποία από το 1989 έχει αποβεί αποτελεσματική για το σύστημα της ποινικής δικαιοσύνης και ευρύτερα για το κοινωνικό σύνολο, είναι η επιτηρούμενη θεραπεία του δράστη από ποινικό δικαστή. Αυτή η μορφή της επιτήρησης γίνεται στα Δικαστήρια Θεραπείας της εξάρτησης από τα Ναρκωτικά (ΔΘΝ) (Drug Treatment Courts). Πρόκειται για ποινικά δικαστήρια, τα οποία μετά από αίτηση του κατηγορουμένου αναστέλλουν την απόφαση για την επιβολή ποινής του, μέχρι να ολοκληρώσει πρόγραμμα απεξάρτησης. Η επιτυχής ολοκλήρωση του θεραπευτικού προγράμματος, «εξασφαλίζει» τον μη εγκλεισμό του στη φυλακή. Ο μη εγκλεισμός αντιπροσωπεύει την «αμοιβή» του για την επιτυχή προσπάθειά του να ξεφύγει από το «τέρας» της εξάρτησης και από τον συναφή εγκληματικό τρόπο ζωής, σκέψης και δράσης. Στα ΔΘΝ δεν οδηγούνται υποθέσεις που αφορούν σε εγκλήματα που συνδέονται με εμπορία ναρκωτικών και εγκλήματα όπως ο φόνος, σεξουαλικά εγκλήματα ή άλλης μορφής βίαια εγκλήματα. Η ληστεία όμως, παρά το ότι έχει ως συστατικό της στοιχείο τη βία, εάν αποδειχθεί η τοξικοεξάρτηση του δράστη και οι περιστάσεις της υπόθεσης το επιτρέπουν, δύναται να παραπεμφθεί ενώπιον του ΔΘΝ.
Ο εκάστοτε κατηγορούμενος προκειμένου να εισαχθεί η υπόθεσή του στη διαδικασία του εν λόγω δικαστηρίου, υποβάλλει αίτηση μετά τη σύλληψή του και παραπέμπεται αμέσως σε θεραπευτικό κέντρο για παρακολούθηση και αξιολόγηση της εξάρτησής του. Αφού διαπιστωθεί ο βαθμός της εξάρτησής του και η σύνδεση αυτής με την υπό κρίση εγκληματική συμπεριφορά, η Εισαγγελία δέχεται την αίτησή του και με τη σύμφωνη γνώμη του Δικαστή εισάγεται η υπόθεση προς εκδίκαση στο ΔΘΝ. Είναι σημαντικό να ειπωθεί ότι η εναρκτήρια διαδικασία ορίζεται σε άμεσο χρόνο σε σχέση με την ημέρα σύλληψης και υποβολής της αίτησης. Στην πρώτη ακρόαση, ο δικαστής με την ρητή συναίνεση του κατηγορουμένου ορίζει περιοριστικούς όρους, τους οποίους συνυπογράφουν σε έντυπο. Ενδεικτικά οι όροι, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνουν την συμμετοχή του στο θεραπευτικό πλάνο που έχει υποδειχθεί από τους θεραπευτές, την μη μετάβασή του σε ορισμένες περιοχές διακίνησης ναρκωτικών, την υποχρέωση του να προβαίνει σε τακτικές απροειδοποίητες εξετάσεις ελέγχου χρήσης ναρκωτικών και την εβδομαδιαία εμφάνιση στο ακροατήριο του ΔΘΝ για την αναφορά και παρακολούθηση της πορείας του. Έχει κριθεί ότι η θεραπεία και η παράλληλη παρακολούθηση της προόδου της από το δικαστήριο πρέπει να έχει διάρκεια από 9 έως 18 μήνες. Αυτό το διάστημα συστήνεται για λόγους αποτελεσματικότητας και προς αποφυγή απασχόλησης του ποινικού μηχανισμού με δράστες που τελικά αδιαφορούν και δεν έχουν σκοπό να θεραπευτούν.
Στην αποφοίτηση από το θεραπευτικό πρόγραμμα οδηγούνται μόνο όσοι ολοκλήρωσαν επιτυχώς τη θεραπεία και έχουν γίνει ενεργά μέλη της κοινωνίας, επαγγελματικά και κοινωνικά. Η μη υπακοή, από τον υπό θεραπεία δράστη, στους θεραπευτικούς/περιοριστικούς όρους, οι οποίοι με την έγγραφη συναίνεσή του έχουν αποτελέσει και τους όρους που παρακολουθούνται εβδομαδιαία από το δικαστήριο, μπορεί να οδηγήσει σε «έξυπνες τιμωρίες». Η βαρύτερη τιμωρία είναι η ολιγοήμερη κράτηση στη φυλακή. Κατ’ αυτόν το τρόπο, το ποινικό σύστημα υπενθυμίζει τη παρουσία του στον υπό θεραπεία και τον ενθαρρύνει στην ολοκλήρωση του προγράμματος. Η καλή του πορεία ή/και η ενδεδειγμένη αντιμετώπιση κρίσιμων καταστάσεων οδηγεί σε «μικρές αμοιβές». Ενδεικτικά αναφέρονται, το προνόμιο να αποχωρήσει νωρίτερα από το ακροατήριο και η επικρότηση της προσπάθειάς του ενώπιον όλων των παρευρισκόμενων στην αίθουσα του δικαστηρίου.
Η επίμονη και επαναλαμβανόμενη μη συμμόρφωση με τους όρους που έχουν τεθεί, οδηγεί τον υπό θεραπεία, στο μηχανισμό του παραδοσιακού ποινικού δικαστηρίου για καθορισμό της ποινής, η οποία συνήθως είναι ο εγκλεισμός στη φυλακή. Σε αυτή τη περίπτωση, η θεραπεία αντικαθίσταται από τη καταστολή. Η αντικατάσταση αυτή δεν συμβαίνει με τη «πρώτη ευκαιρία», αλλά αφού εξαντληθεί και το εύρος των «έξυπνων ποινών» διότι ο δικαστής αναγνωρίζει τη δυσκολία της διαχείρισης σοβαρών και πολυετών εξαρτήσεων. Είναι γεγονός ότι στο ΔΘΝ ο Δικαστής, η Εισαγγελία και ο Θεραπευτικός λειτουργός εργάζονται από κοινού ως ομάδα, με κυρίαρχο στόχο την ολοκλήρωση της θεραπείας.
Επειδή όμως η ποινική δικαιοσύνη είναι κυρίως κατασταλτικού χαρακτήρα και τα ΔΘΝ προάγουν τη θεραπεία, διαπιστώθηκε ότι οι πιο επιτυχημένοι (από πλευράς θεραπευτικών αποτελεσμάτων) δικαστές και εισαγγελείς είναι αυτοί που επιλέγουν από μόνοι τους να συμμετέχουν σε αυτό το μοντέλο δικαστηρίου. Η εθελούσια συμμετοχή τους, τους οδηγεί σε επιτυχή παρακολούθηση των αντίστοιχων εκπαιδευτικών προγραμμάτων ενώ μέσω αυτής της εκπαίδευσης, οι λειτουργοί της δικαιοσύνης εξοικειώνονται με το δύσκολο ζήτημα της εξάρτησης και το τρόπο διαχείρισής της και οι θεραπευτές με το ποινικό σύστημα και τη νομοθεσία.
Τα Δικαστήρια Θεραπείας από τα Ναρκωτικά λειτουργούν σε χώρες κυρίως του κοινοδικαίου (ΗΠΑ, Καναδάς, Αγγλία Ιρλανδία, Αυστραλία κ.ά) ενώ στο ηπειρωτικό σύστημα λειτουργούν μόνο στο Βέλγιο. Τα ΔΘΝ έχουν παρουσιάσει εντυπωσιακά αποτελέσματα στη μείωση ή/και εξάλειψη του κινδύνου της υποτροπής.
Ο εγκλεισμός στη φυλακή, σύμφωνα με τα διεθνή νομοθετικά κείμενα, τις ευρωπαϊκές έρευνες, μελέτες και συστάσεις, πρέπει να είναι η τελευταία επιλογή επιβολής ποινής και μόνο εάν δεν προβλέπεται άλλη εναλλακτική ποινή για τη συγκεκριμένη περίπτωση. Όταν λοιπόν η αποτελεσματική θεραπεία της εξάρτησης αποδεδειγμένα μειώνει τον κίνδυνο της (ποινικής) υποτροπής και αποδίδει στη κοινωνία ένα υγιές και φορολογούμενο άτομο, το εθνικό ποινικό σύστημα «οφείλει» να εξετάσει και να προσφέρει τη δυνατότητα λειτουργίας των Δικαστηρίων Θεραπείας Ναρκωτικών.
Το μοντέλο των ΔΘΝ παρουσιάστηκε στη Κύπρο στο Διεθνές Συνέδριο της Αρχής Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων με τίτλο “Science Behind Addictions” που πραγματοποιήθηκε στις 11-12 Σεπτεμβρίου, 2019. Το ερευνητικό πρόγραμμα «Sentencing in Criminal Justice System. Towards a common European perspective» το οποίο διεξάγεται στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας (2016-2019) με χρηματοδότηση μέσω του Πανεπιστημιακού Κέντρου Ερευνών (UNRF) από το Ίδρυμα “Universitas”, έχει μεταξύ άλλων αποτελεσμάτων, αναδείξει τη ουσιαστική σημασία των ΔΘΝ και τον κυρίαρχο ρόλο που παίζουν αφενός στη μείωση του κόστους στο φορολογούμενο πολίτη αφετέρου στη μείωση ή/και εξάλειψη της υποτροπής του τοξικοεξαρτημένου δράστη.
Το “Sentencing project” έχει μελετήσει τη δυνατότητα της μεταφοράς του θεσμού των ΔΘΝ στη Κύπρο και έχει κριθεί ότι δεν παρουσιάζονται δικονομικά εμπόδια. Η πρόταση αφορά στην λειτουργία Εθνικού Πιλοτικού Δικαστηρίου Θεραπείας Ναρκωτικών, προκειμένου να διαπιστωθεί επιστημονικά αφενός το πώς το εθνικό ποινικό σύστημα δικαιοσύνης μπορεί να ενθαρρύνει αποτελεσματικά τη θεραπεία των εξαρτημένων δραστών και αφετέρου πόσο αποτελεσματική στη μείωση της υποτροπής μπορεί να είναι αυτή η παρέμβαση. Η συγκεκριμένη έρευνα έχει εντοπίσει τις δοκιμασμένες καλές πρακτικές και τους λειτουργούς της δικαιοσύνης που έχουν υπηρετήσει επιτυχώς το θεσμό των ΔΘΝ και μπορούν να εισφέρουν για την μεταφορά του θεσμού στη Κύπρο.
Η ερευνητική ομάδα διευθύνεται και συντονίζεται από την Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Νομικής, Δρ Δήμητρα Φρ. Σορβατζιώτη, η οποία για το σκοπό αυτό έχει διεξάγει έρευνα σε Δικαστήρια Θεραπείας Ναρκωτικών στο Καναδά. Ειδικότερα, έχει παρακολουθήσει δια ζώσης επ’ ακροατηρίω ποινικές διαδικασίες των ΔΘΝ και διαδικασίες πριν την ακρόαση (με άδεια από τους Δικαστές και την Ομοσπονδιακή Εισαγγελία). Έχει επίσης μελετήσει τον τρόπο εφαρμογής τους σε σχέση με την ισχύουσα νομοθεσία, τόσο στη Κύπρο όσο και στην Ελλάδα. Έχει δημοσιεύσει σχετικές μελέτες, έχει εισηγηθεί σε συνέδρια την εφαρμογή πιλοτικού ΔΘΝ και έχει παρουσιάσει μέρος της έρευνάς της στο Διεθνές Κέντρο Συγκριτικής Εγκληματολογίας (CiCC) στο Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ (UdeM) [https://www.youtube.com/watch?v=RGkRI62l-8g], στο οποίο είναι επίσημη συνεργάτης.